Στη δημοτική μουσική μας παράδοση υπάρχουν πολλά τραγούδια για Αγίους της Εκκλησίας μας. Υπάρχουν και αρκετά τραγούδια για τον Αη Γιώργη, τον οποίο ανέκαθεν οι Έλληνες ευλαβούνταν και σέβονταν ιδιαίτερα. Το γνωστότερο σχετικό τραγούδι φέρει τον τίτλο « Τ΄ Αη Γιωρκού » και είναι κυπριακό. Έχουν κυκλοφορήσει πολλές σχετικές παραλλαγές. Εμείς θα παραθέσουμε βίντεο του κυπριακού τραγουδιού σε ερμηνεία του γνωστού τραγουδιστή Xρίστου Σίκκη και κάποιες άλλες παραλλαγές του από άλλους τόπους της Ελλάδας.
Οι στίχοι του τραγουδιού είναι οι εξής:
Δευτέραν πούν της Καθαράς που κάμνουν την νομάδαν
μες το καράβιν έμπηκεν την πρώτην εφτομάδαν
τζαι τρείς ημέρες έκαμεν να ρέξει το βερούτιν
ψουμίν νερόν έν ενεβρέθηκεν μέσα στην χώραν τούτην
Ψουμίν νερόν είσιεν πολύν κάτω μακρά στο πλάτος
τσιμέσα εκατόκεισεν ένας μεγάλος δράκος
τζαι δεν τ'αφήνει το νερόν στην χώραν τους να πάει
χα'ί'νιν του εκάμνασιν πόναν παιδίν να φάει
να ξαπολήσει το νερόν στην χώραν για να πάει
Άλλοι είχαν 'εξι τζαι οχτώ τζαι πέμπαν του τον έναν
τσ' ήρτεν γυρίν τ'αφέντη μας τ'αφέντη βασιλέα
είσιεν μιαν κόρην μονασιήν τσ'είσιεν να την παντρέψει
θέλοντας τζαι μην θέλοντας του δράκου να την πέψει
παντίς τσι η κόρη εν άγιος Χριστός τζ' απάκουσεν την
τον Άη Γιώρκην νάσου τον που πάνω κατεβαίνει
τζαι με την σέλαν την γρουσήν τζαι το γρουσόν αππάριν
στέκεται συλλοήζεται πως να την σιαιρετήσει...
Άη Γιώρκης -“για να την πώ μουσκοκαρκιάν,μουσκοκαρκιά έσιει κλώνους
για να την πώ τρανταφυλλιάν,τρανταφυλλιά έσιει αγκάθκια
ας την εσιαιρετήσουμεν σαν σιαιρετούμεν πάντα”
Άη Γιώρκης -” Ώρα καλή σου λυερή,ώρα κάλη τζαι γειά σου
μούσκους τζαι ροδοστέφανα στα καμαρόφρυά σου!
τσ' ίντα γυρέφκεις λυερή στου δράκου το πηγάδιν
του δράκοντα του πονηρού να φκεί τζαι να σε φάει?”
Πριγγίπισσα -”Αφέντη μου τα πάθη μας να σου τα πώ δεν φτάννω
άθρωποι που την πείναν τους τρώσιν ένας τον άλλον
έτσι έθελεν η τύχη μου,έτσι ήταν το γραφτόν μου
μές την τζιοιλιάν του δράκοντα να κάμω το ταφκιόν μου”
Νάσου ποτσιεί τον δράκονταν στην στράτα τσ' ανεβαίνει
τσ' όταν τους είδεν τσ' ήταν τρείς κρυφές χαρές παθαίνει...
Δράκος -”μπούκκωμαν τρώω τον άδρωπον,το γιώμαν την κοπέλαν,
τζαι ως τα ηλιοβουττήματα άππαρον με την σέλλαν”
Μιάν χατζιαρκάν του χάρισεν τσ' η πόλη ούλλη εσίστειν
τζαι το σκαμνίν του βασιλιά έππεσεν τζαι τσακκίστειν
φκάλλει που το δυσάχιν του μεάλον αλυσίδιν
τζαι έπκιασεν τζαι ταπείνωσεν τσίν το μεάλον φίδιν...
Άη Γιώρκης -”Τράβα το κόρη λυερή στην χώραν να το πάρεις
για να το δούν αβάφτιστοι να πά να βαφτιστούσιν
για να το δούν απίστεφτοι να πά να πιστεφτούσιν”
Άνταν τους βλέπει ο βασιλιάς κρυφές χαρές παθαίνει...
Βασιλιάς -”Πκοιός είν'αυτός που μού 'καμεν τούτην την καλοσύνην
να δώκω το βασίλειον μου τσ' ούλλον τον θησαυρόν μου
να δώκω τζαι την κόρην μου τζαι να γενεί γαμπρός μου”
Τζαι πολωήθειν ο Άγιος τζαι λέει τζαι λαλεί του...
Άη Γιώρκης -” Έν θέλω το βασίλειον σου μήτε τον θησαυρόν σου
μιάν εκκλησιάν να χτίσετε μνήμην τ' Άη Γιωργίου
που έρκεται η μέρα του κοστρείς(23) του Απριλίου!!!”
τζαι δεν τ'αφήνει το νερόν στην χώραν τους να πάει
χα'ί'νιν του εκάμνασιν πόναν παιδίν να φάει
να ξαπολήσει το νερόν στην χώραν για να πάει
Άλλοι είχαν 'εξι τζαι οχτώ τζαι πέμπαν του τον έναν
τσ' ήρτεν γυρίν τ'αφέντη μας τ'αφέντη βασιλέα
είσιεν μιαν κόρην μονασιήν τσ'είσιεν να την παντρέψει
θέλοντας τζαι μην θέλοντας του δράκου να την πέψει
παντίς τσι η κόρη εν άγιος Χριστός τζ' απάκουσεν την
τον Άη Γιώρκην νάσου τον που πάνω κατεβαίνει
τζαι με την σέλαν την γρουσήν τζαι το γρουσόν αππάριν
στέκεται συλλοήζεται πως να την σιαιρετήσει...
Άη Γιώρκης -“για να την πώ μουσκοκαρκιάν,μουσκοκαρκιά έσιει κλώνους
για να την πώ τρανταφυλλιάν,τρανταφυλλιά έσιει αγκάθκια
ας την εσιαιρετήσουμεν σαν σιαιρετούμεν πάντα”
Άη Γιώρκης -” Ώρα καλή σου λυερή,ώρα κάλη τζαι γειά σου
μούσκους τζαι ροδοστέφανα στα καμαρόφρυά σου!
τσ' ίντα γυρέφκεις λυερή στου δράκου το πηγάδιν
του δράκοντα του πονηρού να φκεί τζαι να σε φάει?”
Πριγγίπισσα -”Αφέντη μου τα πάθη μας να σου τα πώ δεν φτάννω
άθρωποι που την πείναν τους τρώσιν ένας τον άλλον
έτσι έθελεν η τύχη μου,έτσι ήταν το γραφτόν μου
μές την τζιοιλιάν του δράκοντα να κάμω το ταφκιόν μου”
Νάσου ποτσιεί τον δράκονταν στην στράτα τσ' ανεβαίνει
τσ' όταν τους είδεν τσ' ήταν τρείς κρυφές χαρές παθαίνει...
Δράκος -”μπούκκωμαν τρώω τον άδρωπον,το γιώμαν την κοπέλαν,
τζαι ως τα ηλιοβουττήματα άππαρον με την σέλλαν”
Μιάν χατζιαρκάν του χάρισεν τσ' η πόλη ούλλη εσίστειν
τζαι το σκαμνίν του βασιλιά έππεσεν τζαι τσακκίστειν
φκάλλει που το δυσάχιν του μεάλον αλυσίδιν
τζαι έπκιασεν τζαι ταπείνωσεν τσίν το μεάλον φίδιν...
Άη Γιώρκης -”Τράβα το κόρη λυερή στην χώραν να το πάρεις
για να το δούν αβάφτιστοι να πά να βαφτιστούσιν
για να το δούν απίστεφτοι να πά να πιστεφτούσιν”
Άνταν τους βλέπει ο βασιλιάς κρυφές χαρές παθαίνει...
Βασιλιάς -”Πκοιός είν'αυτός που μού 'καμεν τούτην την καλοσύνην
να δώκω το βασίλειον μου τσ' ούλλον τον θησαυρόν μου
να δώκω τζαι την κόρην μου τζαι να γενεί γαμπρός μου”
Τζαι πολωήθειν ο Άγιος τζαι λέει τζαι λαλεί του...
Άη Γιώρκης -” Έν θέλω το βασίλειον σου μήτε τον θησαυρόν σου
μιάν εκκλησιάν να χτίσετε μνήμην τ' Άη Γιωργίου
που έρκεται η μέρα του κοστρείς(23) του Απριλίου!!!”
Άλλες παραλλαγές του τραγουδιού
ΡΟΔΙΤΙΚΟ
Της Σαντορίνης
Αη μου Γιώργη αφέντη μου κι αφέντη καβαλάρη
Αρματωμένος με σπαθί και μ’ αργυρό κοντάρι
Θεριό έπεσε στη χώρα μας σ’ ένα βαθύ πηγάδι
Ανθρώπους το ταΐζανε κάθε πρωί και βράδυ
Μια μέρα δεν του πήγανε άνθρωπο να δειπνήσει
Σταλιά νερό δεν άφησε τη χώρα να δροσίσει
Ας ρίξουμε τα μπουλετιά κι οτίνος θέλει ας πέσει
Να πάει το παιδάκι του του λιονταριού πεσκέσι
Τα μπουλετιά επέσανε σε μια βασιλοπούλα
Όπου την είχε ο βασιλιάς μόνη και μοναχούλα
Κι ο βασιλιάς, σαν τ’ άκουσε, αυτό το λόγο είπε
Πάρτε μου το βασίλειο και το παιδί μου αφήστε
Και ο λαός σαν τ’ άκουσε λέει στο βασιλέα
Δε δίνεις το παιδάκι σου σε παίρνουμε και σένα
Κι όταν την επερνούσανε όλα τα όρη διούσαν
Και τα πουλάκια στις φωλιές πικρά εκελαηδούσαν
Ξένος αγνώριστος περνά, την κόρη χαιρετάει
Κι η κόρη του αποκρίνεται κι η κόρη του μιλάει
Τραβήξου ξένε μ’ από δω, τραβήξου παρα πέρα
Γιατί θε να βγει το θεριό να φάει εσέ κι εμένα
Τραβήξου ξένε μ’ από δω τι το νερό αφρίζει
Κι ο δράκοντας τα δόντια του για μένα τ’ ακονίζει
Γυρίζει ανατολικά και κάνει το σταυρό του
Και βγάζει το σπαθάκι του και κόβει το λαιμό του
Για πες μου ξένε να χαρείς ποιό είναι τ’ όνομά σου
Κι εγώ θα κάνω χάρισμα στην οικογένειά σου
Γιώργη μου λένε τ’ όνομα απ’ την Καππαδοκία
Σαν θές να κάμεις χάρισμα χτίσε μιαν εκκλησία
Βάλε ζερβά την Παναγιά δεξά έναν καβαλάρη
Αρματωμένο με σπαθί και μ’ αργυρό κοντάρι
ΚΡΗΤΙΚΟ
Άγιε Γιώργη αφέντη μου κι ομορφοκαβαλάρη
αρματωμένος με σπαθί και με χρυσό κοντάρι.
Άγιος είσαι στη θωριά κι άγγελος στη νεότη
παρακαλώ βοήθα με, Άγιε στρατιώτη.
Στη χάρη σου, στη δόξα σου ήρθα να εμφιβάλω,
στον τόπο μας εβγήκενε ένα θεριό μεγάλο.
Κι αν δεν του πάνε άνθρωπο το βράδυ να δειπνήσει,
σταλιά νερό δεν ήφηνε να κατεβεί στη βρύση.
Ερίχνανε τα μπουλετιά κι όποιου ήθελε πέσει,
πήγαινε το κοπέλι ντου τον δράκοντα πεσκέσι.
Ο κλήρος τότε ήπεσε και στην αρχοντοπούλα,
οπού την είχε η μάνα τζη μοναχορηγοπούλα.
Ο άρχοντας σαν τ' άκουσε πολλά βαρύ του εφάνη.
- Πάρετε βίος αμέτρητο και το παιδί μου αφήστε,
το βίος και το χρυσάφι, μπροστά στο στόμα του θεριού σβήστηκε κι εμαράθη.
- Ντύσετε το κοπέλι μου και κάμετέ το νύφη
κι αμέτε τό του δράκοντα το βράδυ να δειπνήσει.
Τρεις κοπελιές την πήρανε να παν να σεργιανίσουν.
Στην μιαν άκρα τση πηγής δένουν την κορασίδα.
Μα ο Άγιος Γεώργιος θέλησε να τη σώσει
κι από το άγριο θεριό να την ελευτερώσει.
Καβάλκεψε το μαύρο ντου και μια και δυο στη βρύση,
εκειά που βγαίνει το νερό πηγαίνει και καθίζει.
Κι η κόρη τον εξάνοιξε με πικραμένο βλέμμα.
- Φύγε, φύγε, αφέντη μου, να μη σε φάει και σένα
κι είναι το άγριο θεριό απου θα φάει εμένα.
- Άσε με, κόρη, άσε με λίγο να ξαποστάσω
κι εγώ σκοτώνω το θεριό κι από 'δω σε βγάζω.
Άσε με ν' αποκοιμηθώ πάνω στα γόνατά σου
και ίσαμε να 'ρθει το θεριό δε φεύγω από κοντά σου.
Κι ο δράκος εκατέβαινε κι η κόρη αναστενάζει.
- Ξύπνησε, καβαλάρη μου, που μου 'πες μη σε γνοιάζει.
Κι από τσι φωνές του δράκοντα ο τόπος αντιλάλει.
Ο Άγιος σαν τ' άκουσε αρπάζει το κοντάρι
και στέκεται ανατολικά και το Σταυρό ντου κάνει.
Και παίζει ντου μια κονταρέ και κόβει το λαιμό ντου.
Και ξαναδευτερώνει ντου και παίρνει ντη στο σώμα,
θρήνος μεγάλος γίνεται στσι πέτρες και στο χώμα.
Ο άρχοντας από μακριά στέκεται και του λέει:
- Πάρε και την κορόνα μου, πάρε και το παιδί μου.
- Κράθειε και την κορόνα σου, κράθειε και το παιδί σου.
Κι η αρχοντοπούλα ολόχαρη ερώτηση του κάνει:
- Για πες μου, ένδοξε, πώς λένε τ' όνομά σου
για να σου κάμω χάρισμα, να 'ναι της αρεσκιάς σου.
- Αν θες να κάμεις χάρισμα, χτίσε μιαν εκκλησία
και βάλε και ζωγράφισε Χριστό και Παναγία
και στη δεξάντως τη μεριά βάλε ένα καβαλάρη
αρματωμένο με σπαθί και με χρυσό κοντάρι.
Αη μου Γιώργη αφέντη μου κι αφέντη καβαλάρη
Αρματωμένος με σπαθί και μ’ αργυρό κοντάρι
Θεριό έπεσε στη χώρα μας σ’ ένα βαθύ πηγάδι
Ανθρώπους το ταΐζανε κάθε πρωί και βράδυ
Μια μέρα δεν του πήγανε άνθρωπο να δειπνήσει
Σταλιά νερό δεν άφησε τη χώρα να δροσίσει
Ας ρίξουμε τα μπουλετιά κι οτίνος θέλει ας πέσει
Να πάει το παιδάκι του του λιονταριού πεσκέσι
Τα μπουλετιά επέσανε σε μια βασιλοπούλα
Όπου την είχε ο βασιλιάς μόνη και μοναχούλα
Κι ο βασιλιάς, σαν τ’ άκουσε, αυτό το λόγο είπε
Πάρτε μου το βασίλειο και το παιδί μου αφήστε
Και ο λαός σαν τ’ άκουσε λέει στο βασιλέα
Δε δίνεις το παιδάκι σου σε παίρνουμε και σένα
Κι όταν την επερνούσανε όλα τα όρη διούσαν
Και τα πουλάκια στις φωλιές πικρά εκελαηδούσαν
Ξένος αγνώριστος περνά, την κόρη χαιρετάει
Κι η κόρη του αποκρίνεται κι η κόρη του μιλάει
Τραβήξου ξένε μ’ από δω, τραβήξου παρα πέρα
Γιατί θε να βγει το θεριό να φάει εσέ κι εμένα
Τραβήξου ξένε μ’ από δω τι το νερό αφρίζει
Κι ο δράκοντας τα δόντια του για μένα τ’ ακονίζει
Γυρίζει ανατολικά και κάνει το σταυρό του
Και βγάζει το σπαθάκι του και κόβει το λαιμό του
Για πες μου ξένε να χαρείς ποιό είναι τ’ όνομά σου
Κι εγώ θα κάνω χάρισμα στην οικογένειά σου
Γιώργη μου λένε τ’ όνομα απ’ την Καππαδοκία
Σαν θές να κάμεις χάρισμα χτίσε μιαν εκκλησία
Βάλε ζερβά την Παναγιά δεξά έναν καβαλάρη
Αρματωμένο με σπαθί και μ’ αργυρό κοντάρι
ΚΡΗΤΙΚΟ
Άγιε Γιώργη αφέντη μου κι ομορφοκαβαλάρη
αρματωμένος με σπαθί και με χρυσό κοντάρι.
Άγιος είσαι στη θωριά κι άγγελος στη νεότη
παρακαλώ βοήθα με, Άγιε στρατιώτη.
Στη χάρη σου, στη δόξα σου ήρθα να εμφιβάλω,
στον τόπο μας εβγήκενε ένα θεριό μεγάλο.
Κι αν δεν του πάνε άνθρωπο το βράδυ να δειπνήσει,
σταλιά νερό δεν ήφηνε να κατεβεί στη βρύση.
Ερίχνανε τα μπουλετιά κι όποιου ήθελε πέσει,
πήγαινε το κοπέλι ντου τον δράκοντα πεσκέσι.
Ο κλήρος τότε ήπεσε και στην αρχοντοπούλα,
οπού την είχε η μάνα τζη μοναχορηγοπούλα.
Ο άρχοντας σαν τ' άκουσε πολλά βαρύ του εφάνη.
- Πάρετε βίος αμέτρητο και το παιδί μου αφήστε,
το βίος και το χρυσάφι, μπροστά στο στόμα του θεριού σβήστηκε κι εμαράθη.
- Ντύσετε το κοπέλι μου και κάμετέ το νύφη
κι αμέτε τό του δράκοντα το βράδυ να δειπνήσει.
Τρεις κοπελιές την πήρανε να παν να σεργιανίσουν.
Στην μιαν άκρα τση πηγής δένουν την κορασίδα.
Μα ο Άγιος Γεώργιος θέλησε να τη σώσει
κι από το άγριο θεριό να την ελευτερώσει.
Καβάλκεψε το μαύρο ντου και μια και δυο στη βρύση,
εκειά που βγαίνει το νερό πηγαίνει και καθίζει.
Κι η κόρη τον εξάνοιξε με πικραμένο βλέμμα.
- Φύγε, φύγε, αφέντη μου, να μη σε φάει και σένα
κι είναι το άγριο θεριό απου θα φάει εμένα.
- Άσε με, κόρη, άσε με λίγο να ξαποστάσω
κι εγώ σκοτώνω το θεριό κι από 'δω σε βγάζω.
Άσε με ν' αποκοιμηθώ πάνω στα γόνατά σου
και ίσαμε να 'ρθει το θεριό δε φεύγω από κοντά σου.
Κι ο δράκος εκατέβαινε κι η κόρη αναστενάζει.
- Ξύπνησε, καβαλάρη μου, που μου 'πες μη σε γνοιάζει.
Κι από τσι φωνές του δράκοντα ο τόπος αντιλάλει.
Ο Άγιος σαν τ' άκουσε αρπάζει το κοντάρι
και στέκεται ανατολικά και το Σταυρό ντου κάνει.
Και παίζει ντου μια κονταρέ και κόβει το λαιμό ντου.
Και ξαναδευτερώνει ντου και παίρνει ντη στο σώμα,
θρήνος μεγάλος γίνεται στσι πέτρες και στο χώμα.
Ο άρχοντας από μακριά στέκεται και του λέει:
- Πάρε και την κορόνα μου, πάρε και το παιδί μου.
- Κράθειε και την κορόνα σου, κράθειε και το παιδί σου.
Κι η αρχοντοπούλα ολόχαρη ερώτηση του κάνει:
- Για πες μου, ένδοξε, πώς λένε τ' όνομά σου
για να σου κάμω χάρισμα, να 'ναι της αρεσκιάς σου.
- Αν θες να κάμεις χάρισμα, χτίσε μιαν εκκλησία
και βάλε και ζωγράφισε Χριστό και Παναγία
και στη δεξάντως τη μεριά βάλε ένα καβαλάρη
αρματωμένο με σπαθί και με χρυσό κοντάρι.
Ντοκυμαντέρ για τον Τάφο του Αη Γιώργη στη Λύδα, το μοναστήρι του Αη Γιώργη στο Κάιρο και τον ναό του Αη Γιώργη του Κουδουνά
ΥΜΝΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ - Ι.Μ. ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
Για τον Αη Γιώργη δες και
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου